Αυστηρότερο καθεστώς κατάρτισης, αλλά και του ελέγχου των συμβάσεων που συνάπτουν οι ασφαλιστικές εταιρείες με τους πελάτες τους, κυρίως σε ότι αφορά τα επενδυτικά προϊόντα, πιστεύω ότι θα πρέπει να σχεδιάζει να καθιερώσει το Υπουργείο Οικονομικών.
Έχει διαπιστωθεί η αδυναμία του κρατικού μηχανισμού να αντιμετωπίσει μια σειρά δυσλειτουργιών της ασφαλιστικής αγοράς, που επικεντρώνονται στις σχέσεις ασφαλισμένου-ασφαλιστικής εταιρείας που ήλθαν στην επιφάνεια αρκετές φορές.
Ευθύς εξαρχής θα πρέπει να ξεκαθαρίσει ότι η προσοχή θα στραφεί σε τρία βασικά ζητήματα. Στο πως προσδιορίζεται το κόστος κάθε ασφαλιστικής σύμβασης, όπως εξάλλου και η αναπροσαρμογή του, στο πως ενημερώνονται οι ασφαλισμένοι για τις αποδόσεις των επενδυτικών προγραμμάτων και τέλος, στο κατά πόσο κάποιες ασφαλιστικές εταιρείες επιμένουν στα ψιλά γράμματα, που έχει ήδη καταργηθεί τα τελευταία χρόνια.
Σε κάθε περίπτωση θα πρέπει να αναμορφωθεί το ισχύον πλαίσιο προς όφελος των ασφαλισμένων, οι οποίοι πολλές φορές βρίσκονται προ αδιεξόδου διαπιστώνοντας ότι, είτε τα συμβόλαια τους ακρίβυναν υπερβολικά, είτε οι αποδόσεις των προγραμμάτων δεν ήταν ανάλογες των προσδοκιών τους.
Στη μεν πρώτη περίπτωση θα πρέπει να δούμε τις υπερβολικές αυξήσεις ασφαλίστρων που πολλές φορές καταγράφονται στον κλάδο Υγείας και που κατά το παρελθόν προκάλεσαν τον Έφορο Εταιρειών να παρέμβει ασκώντας την διακριτική τους εξουσία κατά ασφαλιστικών εταιρειών.
Σε ότι αφορά το θέμα των αποδόσεων, θα πρέπει να επικεντρωθούμε και να γνωρίζουμε:
- Στα ψηλά / υπερβολικά επιτόκια
- Tο κόστος διαχείρισης των ασφαλιστικών ταμείων που χρεώνει η εταιρεία
- Στα όσα αναφέρονται σε ανεπίσημα σημειώματα των ασφαλιστών προς τους ασφαλισμένους για τις υπεραξίες που εξασφαλίζουν προτεινόμενα επενδυτικά προγράμματα και που δεν έχουν καμία απολύτως σχέση με τα πραγματικά δεδομένα της χρηματαγοράς
- Στα όσα αναφέρονται στις ίδιες τις συμβάσεις σχετικά με τη «συμπεριφορά» των επενδυτικών προγραμμάτων
Σε κάθε περίπτωση θα πρέπει να προβλέπεται εξοντωτικά πρόστιμα ή άλλες ποινές για τους παραβάτες, ώστε να διασφαλιστεί ότι πολύ δύσκολα θα υπάρξουν ασφαλιστικές εταιρείες οι οποίες θα ρισκάρουν να κινηθούν εκτός νομικού πλαισίου, καταστρατηγώντας τα οικονομικά δικαιώματα των ασφαλισμένων.